Ιστορία της Λάβδας

Ο Λάβδας βρίσκεται 35χλμ. ΝΔ των Γρεβενών και είναι χτισμένος σε υψόμετρο 1.100 μέτρα, στην όμορφη βουνοπλαγιά γνωστή ως Ντραγασιά, ανάμεσα από το Πολυνέρι και το Πανόραμα, μεταξύ Όρλιακα και Τσούργιακα. Είναι μικρό όμορφο χωριό, χτισμένο σε βόρεια πλαγιά, με γραφική πλατεία όπου δεσπόζει ο αιωνόβιος πλάτος που σχεδόν τη σκεπάζει. Υπάρχουν πολλές βρύσες όπως: ο Μουχός, η Κανέλα, η Γωγάδικη, η Μπλούσια, το Πηγαδούλι, ο Αηλιάς κλπ. Στις οριογραμμές του χωριού επίσης δεσπόζουν τα 3 ξωκλήσια, του Προφήτη Ηλία 2χλμ.Ν, της Κοιμήσεως της Θεοτόκου ή Παναγίας 1,5χλμ. Δ, και των Αγίων Αποστόλων (1900) 500μ. δυτικά.

Η γειτνίαση με το Χιονοδρομικό Κέντρο της Βασιλίτσας επέτρεψε τη δημιουργία ξενώνων και πολλοί επισκέπτες της περιοχής χρησιμοποιούν το χωριό ως ορμητήριό τους για τη γύρω περιοχή. Έχει ενοριακό ναό του Αγίου Γεωργίου που διαθέτει ξυλόγλυπτη πόρτα και παλιές εικόνες. Πανηγυρίζει στις 29-30 Ιουνίου, των Αγίων Αποστόλων Πέτρου και Παύλου, στις 20 Ιουλίου του Προφήτη Ηλία, καθώς και τον 15Αύγουστο της Παναγίας, με δημοτική μουσική και τραγούδια. Στο χωριό λειτουργεί και Λαογραφικό Μουσείο.

Αναγνωρίστηκε ως Κοινότητα Λάβδας με το Δ/μα 19-12-1918 (Φ.Ε.Κ. 260/1918) και με Συνοικισμό τους Σαργκαναίους (Πανόραμα) που αποσπάστηκαν το 1928. Κατά την τελευταία απογραφή (2001) είχε πληθυσμό 132 κατοίκους και έκταση 10.671 στρέμματα.

Αρχικά η ονομασία του χωριού ήταν Λάβδα (η) και στη συνέχεια έγινε ο Λάβδας. Για την προέλευση της ονομασίας του υπάρχουν διάφορες εκδοχές. Στην αρχαιότητα η Λάβδα ήταν γυναικείο όνομα. Κατά τον Ηρόδοτο (Ε΄ 92κ.ε.) η Λάβδα, κόρη του Βακχιάδη Αμφίονα, ήταν χολή. Την παντρεύτηκε ο Ηετίων, επειδή κανείς Βακχιάδης λόγω του σωματικού της ελαττώματος δεν ήθελε να την πάρει γυναίκα. Υιός του Ηετίωνα και της Λάβδας ήταν ο τύραννος της Κορίνθου Κύψελος. Μια εκδοχή θέλει την προέλευση του ονόματος από το αρχαίο φυτό λάδανον, λάβδανον και λαύδανον δια τροπής του δ σε β ή αποβολής το δ (βδ). Το φυτό λάδανον, αλάδανος και λαδανιά, λάδανο είναι θαμνώδης αρωματικό που φυτρώνει κάτω από τα δένδρα. Ο Μιχ. Καλινδέρης γράφει: «Εις την Λαύδαν, χωρίον των Γρεβενών το (α)νον δυνατόν να εθεωρήθη κατάληξις και απεκόπη (ως καμάκι κάμα)». ’λλη εκδοχή θέλει την προέλευση από το όνομα Λαύδας. Μεταξύ των ανθρωπωνυμίων του θηβαϊκού μυθολογικού κύκλου αναφέρεται και του Λάβδακου. Η εκδοχή αναφέρει το πέρασμα από εδώ, σε εκστρατεία προς την Ήπειρο, του βασιλιά της Θήβας Λάβδακο που στο σημείο αυτό σκοτώνει, άθελά του, την κόρη του Πολυνίκη που τον ακολουθεί. Έτσι ο πατέρας βασιλιάς κτίζει πύργο στον οποίο δίνει τ όνομά του και είναι ο τάφος της κόρης του. Ο πύργος αυτός θα αποτελέσει στη συνέχεια αφορμή για την ίδρυση οικισμού που θα φέρει τ όνομά του. ’λλη εκδοχή αναφέρεται σε μια από τις εκστρατείες Μακεδόνα ηγεμόνα. Σ αυτή λοιπόν την εκστρατεία, σ αυτό το σημείο, σκοτώθηκε ένας στρατηγός με το όνομα Λάβδας και όπως συνηθιζόταν τότε, στο σημείο του τάφου, χτίστηκε οικισμός στο όνομά του. Η παράδοση μάλιστα αναφέρει, ότι δύο στρατηγοί του Μεγάλου Αλεξάνδρου, ο Λάιος και ο Λάβδας, βρέθηκαν στην περιοχή κυνηγώντας ζαρκάδια και αγριογούρουνα. ’θελά του ο Λάιος σκότωσε το Λάβδα και τον έθαψε εδώ. Στη συνέχεια ο βασιλιάς διέταξε να κάνουν πέτρινο τάφο στον αδικοχαμένο στρατηγό. Μετά από χρόνια ξυλοκόποι βρήκαν τον τάφο και για να τιμήσουν το στρατηγό εγκαταστάθηκαν μόνιμα στην περιοχή και ονόμασαν το χωριό Λάβδα. ’λλη εκδοχή, τέλος, θέλει την προέλευση της ονομασίας από το γράμμα Λ, παραφρασμένο σήμερα, που το σχήμα του χαράζουν οι δύο μικρά ποτάμια που περιβάλουν το χωριό.

Στα τουρκικά φιρμάνια αναφέρεται και ως Μελιγκέρ. Σε χρυσόβουλο του Στέφανου Ντουσάν του Νοεμβρίου 1348 αναφέρεται «χωρίον …η Λάσδα» και «χωρίον το περί το φανάριο… Λάσδα». Γράφει: «Έτι τε δωρείται η βασιλεία μου ταύτα τη σεβασμία και αγία μονή χωρίον το περί το Φανάριον διακείμενον το λεγόμενον Λάσδα όσον και οίον εστί». Ο οικισμός αυτός πιθανά βρισκόταν ανάμεσα στο Φανάρι Καρδίτσας και τα Τρίκαλα. Μέχρι το 1928 ως Λάβδα ήταν γνωστός και οικισμός της Πελοποννήσου, ΝΑ του Πύργου του νομού Ηλείας, στην επαρχία Ολυμπίας. Σήμερα ονομάζεται Θεισόα και κοντά βρίσκονται τα ερείπια της αρχαίας Θεισόας και λείψανα ακρόπολης γνωστής ως Κάστρο της Λάβδας. Ως Λάβδανη είναι γνωστός οικισμός της Ηπείρου, στις πλαγιές του όρους Κασιδιάρης του νομού Ιωαννίνων.

ΠΛΗΘΥΣΜΙΑΚΕΣ ΑΝΑΦΟΡΕΣ

Στον κώδικα αρ. 201 της Μονής Μεταμορφώσεως του Σωτήρος Ζάβορδας (1534-1692 ως 19ο αι.) αναφέρεται ως Λαύδα χωρίον με 13 ονόματα αφιερωτών κατά την πρώτη γραφή, και με έναν αφιερωτή μεταγενέστερο. Ο Π. Αραβαντινός (1853) αναφέρει τη Λάβδα με 25 χριστιανικά σπίτια και το χαρακτηρίζει ελεύθερο στην περιοχή Βλάχων. Σε κατάσταση της Μητρόπολης Γρεβενών του 1858 αναφέρεται ως Λάβδα με 27 αφιερωτές. Ο Νικ. Σχινάς (1886) αναφέρει τη Λάβδα με 140 κατοίκους στο Βλαχ Κόλι. Στην απογραφή του 1905 είχε 155 κατοίκους. Το 1913 ως Λάβδα είχε 393 κατοίκους.Το 1914 είχε 424 κατοίκους και το 1920 είχε 243 κατοίκους. Στον εκλογικό κατάλογο του 1914 και του 1920 υπάρχουν 114 άνδρες ψηφοφόροι. Τα επώνυμά τους είναι: Αναγνώστου, Βέργος (9), Γώγος (8), Δαδαλής (2), Ζιώγας (7), Ζατραζέμης (6), Κατσοτόλης (2), Κουτσοτόλης (5), Καραλής (5), Κοτούλας (2), Κουτούλας, Κουκουτάρης (2), Κοντούλας, Κοντούλης, Καμαρούλης (2), Καρακήτσιος (5), Κάλτσας (5), Κλώνας (7), Καραούλας, Κητσούλης (2), Μπόλης (4), Μπούσιος (4), Μέμος, Μακρυγιάννης, Παπακώστας (12), Πατελάς, Σκόδρας (5), Στέφος (7), Σούμκας (2) και Τσιαΐας (3). Στην πλειοψηφία τους είναι εργάτες, γεωργοί, κτίστες και ποιμένες. Υπάρχουν επίσης: 3 ράφτες (Στέργιος Δ. Αναγνώστου, Γεώργιος και Σπύρος Σ. Παπακώστας), 2 παντοπώλες (Κων/νος και Σπύρος Γ. Παπακώστας), 2 μυλωνάδες (Στέργιος Ι. Ζατραζέμης, Χαράλαμπος Ν. Σκόδρας), σαγματοποιός (Δημήτριος Ι. Κουτσοτόλης), αρτοποιός (Αθανάσιος Δ. Μπούσιος), υπάλληλος (Αθανάσιος Γ. Παπακώστας) και ιερέας (Στέργιος Ν. Γώγος).

Το 1928 είχε 344 κατοίκους. Το 1940 είχε 400 κατοίκους με νόμιμο πληθυσμό 467 άτομα και μόνιμο 424. Το 1951 είχε 273 κατοίκους. Το 1961 είχε 238 κατοίκους με 69 νοικοκυριά. Το 1971 είχε 174 κατοίκους. Το 1981 είχε 153 κατοίκους. Το 1991 είχε 134 κατοίκους. Το 1994 οι εγγεγραμμένοι στα δημοτολόγια ήταν 518 άτομα. Οι μόνιμοι κάτοικοι ήταν 40, οι διαμένοντες στα Γρεβενά 182, σε άλλες πόλεις 244 και στο εξωτερικό 52 άτομα.

ΙΣΤΟΡΙΚΕΣ ΑΝΑΦΟΡΕΣ

Σε απόσταση 1,5χλμ. περίπου Ν.ΝΔ του χωριού υπάρχει Προϊστορικός οικισμός.

Το σημερινό χωριό δημιουργήθηκε από τους κτηνοτρόφους που έβοσκαν τα κοπάδια τους μέχρι τα σύνορα με την Αβδέλλα. Σύμφωνα με την παράδοση οι κάτοικοι προέρχονται από τους Πινακάδες που βρισκόταν 2 χλμ. ανατολικά. Από εκεί μετακινήθηκαν στη θέση Μελίσσι, 2χλμ. από το σημερινό χωριό, και το εγκατέλειψαν γιατί η περιοχή είχε πολλά φίδια. Στο νέο πλέον οικισμό προσήλθαν και οι κάτοικοι από τους καταυλισμούς που υπήρχαν στις θέσεις Γούρζα και Καλαμπούκια. Στη συνέχεια εγκαταστάθηκαν οικογένειες από άλλες περιοχές, όπως η οικογένεια Σκόδρα που εγκαταστάθηκε εδώ περί το 1700 μετά την καταστροφή της Παλιάς Μαγέρης (Δασύλλιο). Η κτηνοτροφία και τα δασικά προϊόντα (κυρατζήδες, υλοτόμοι) αποτελούσαν στο παρελθόν την κύρια ασχολία των κατοίκων, ενώ φημιζόταν και για τα υφαντά τους τα οποία κάθε χρόνο τα πουλούσαν στο παζάρι των Ιωαννίνων. Πολλοί κάτοικοι στη συνέχεια βρήκαν μόνιμη εγκατάσταση στην περιοχή της Ελασσόνας όπου συνεχίζουν την κτηνοτροφία, όμως οι περισσότεροι ζουν στην πόλη των Γρεβενών.

Στην έκθεσή του ο Επιθεωρητής Γ. Σακελλάρης, το 1941, γράφει: «Η χρονολογία ανεγέρσεως της πρώτης εκκλησίας της κοινότητος ταύτης φέρεται το έτος 1830, η δε νεωτέρα το έτος 1874».

Ο Πουκεβίλ (1806) Γάλλος πρόξενος στην αυλή του Αλή του Αλή Πασά, ταξιδεύοντας από τα Γρεβενά προς τα Ιωάννινα, γράφει: «Μια λεύγα απ την Τίστα (Ζιάκα) πήραμε τη στενωσιά που ανοίγεται ανάμεσα στο Σπήλαιο (όρος Όρλιακας) και στο Λάκμωνα και περπατήσαμε μέσα της ως το πλάτωμα του Λάβντεν, ενός χωριού μισή λεύγα, στα ΒΔ, στην πλαγιά ενός βουνού, που είναι σκεπασμένο με οξιές και έλατα».

Η προφορική παράδοση θέλει το Λάβδα ως τόπο καταγωγής του Βέργου και του Τότσκα. Ελάχιστα πράγματα είναι γνωστά για τη δράση του ξακουστού Έλληνα κλέφτη Βέργου, ο οποίος καταγόταν από την περιοχή Γρεβενών, και ανέπτυξε αξιοσημείωτη δράση στη Μακεδονία κατά τα τέλη του 16ου αρχές 17ο αιώνα. Επί 36 ολόκληρα χρόνια κλέφτικης δραστηριότητας είχε εξοντώσει πολυάριθμους Οθωμανούς στρατιώτες και είχε ληστέψει τουρκικά καραβάνια. Ο Τότσκας υπήρξε από τους πιο φημισμένους αρματολούς της περιοχής και η παράδοση αναφέρει πως γεννήθηκε στη Λάβδα. Διαδέχθηκε στο αρματολίκι της Πίνδου τον αρματολό Ζήδρο (1630-1750), όταν αυτός περιορίστηκε στο αρματολίκι της Ελασσόνας. Η δράση του Τότσκα χρονολογείται από το 1730 ως το 1780. Είχε 3 υιούς, τον Κυριάκο, το Στέργιος και το Βαρκή που έδρασαν κι αυτοί κοντά στον πατέρα τους μετά το 1770. Στενός συνεργάτης του ήταν ο Ντελή-Δήμος που η παράδοση αναφέρει πως συνελήφθη από τους Τούρκους. Τον Τότσκα διαδέχθηκε στο αρματολίκι της Πίνδου ο γέρο-Ζιάκας που ήταν και ξάδελφός του και είχαν αρχικά κοινή δράση.

Το χωριό θεωρούνταν κλεφτοχώρι. Φημισμένος ήταν ο Απόστολος Ζιώγας, 20-25 ετών, με τη ληστοσυμμορία του. Η δράση του άρχισε το Φεβρουάριο του 1928, μετά τη δραπέτευσή του (1927) από τις φυλακές των Τρικάλων. Ανήκε αρχικά στην ομάδα του λήσταρχου Γκασιαβέλη από το Πολυνέρι και από το Σεπτέμβριο του 1928 συνεργάστηκε με το ληστή Χασιώτη 21 ετών, από το Ορθοβούνι της Καλαμπάκας. Η συμμορία πλέον Ζιώγα Χασιώτη, τον ίδιο μήνα, απήγαγε και σκότωσε το Βασίλη Γκισάκη, γόνο πλούσιας οικογένειας, από το Δοτσικό. Σε συμπλοκή στις 24 Δεκεμβρίου 1928 με τα καταδιωκτικά αποσπάσματα της χωροφυλακής στο Φωτεινό της Καλαμπάκας, ο Χασιώτης σκοτώθηκε ενώ ο Ζιώγας αν και τραυματισμένος κατάφερε να διαφύγει. Τελευταία του εμφάνιση έγινε στο τέλος Ιανουαρίου 1929 στην Παρασκευή της Δεσκάτης. Κυνηγημένος θα φονευθεί με δόλο στις 8 Φεβρουαρίου 1929 στη θέση Καψάλα του διαλυμένου οικισμού Βαλάνι από τους κτηνοτρόφους αδελφούς Στέφανο και Ιωάννη Παπαευθυμίου στη στάνη των οποίων είχε καταφύγει. Το κεφάλι του μεταφέρθηκε στην κεντρική πλατεία της Ελασσόνας και εισέπραξαν την επικήρυξη των 80.000 δρχ. Με το φόνο του η περιφέρεια Γρεβενών και Ελασσόνας απαλλάχθηκαν.

ΕΛΛΗΝΟ-ΙΤΑΛΙΚΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ 1940-41

Στο Αλβανικό μέτωπο σκοτώθηκαν οι στρατιώτες: Απόστολος Κ. Κουτσοτόλης, γεν. 1910, μονάδα 27 ΣΠ, υψ. 1548 Μόροβα 21-11-1940 και Γεώργιος Στερ. Στέφος, γεν. 1916, μονάδα 27 ΣΠ.

ΚΑΤΟΧΗ ΑΝΤΙΣΤΑΣΗ ΕΜΦΥΛΙΟΣ

Το 1941 οι Λεγεωνάριοι του Αλκιβιάδη Διαμαντή από τη Σαμαρίνα συνέλαβαν και κακοποίησαν τον πρόεδρο της Κοινότητας, τον ιερέα και άλλους κατοίκους. Ένας από τους κατοίκους φονεύθηκε και μια γυναίκα συνελήφθη ως όμηρος. Από τα γερμανικά κατοχικά στρατεύματα εκτελέστηκε ο Νικόλαος Κιτσούλης στις 9-7-1944. Από τους 10 κατοίκους που κατατάχθηκαν στον ΕΛΑΣ κανείς δεν έπαθε τίποτα.

Πολλοί ήταν και οι κάτοικοι που εντάχθηκαν στο ΔΣΕ, ενώ 48 άτομα έφυγαν πολιτικοί πρόσφυγες. Οι νεκροί του εμφυλίου ήταν 36 άτομα.

ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ

Όπως πληροφορούμαστε από τον Ιωάννη Λαμπρίδη (1879) σχολείο λειτουργούσε στο χωριό κατά την τουρκοκρατία. Επίσης, η εκκλησία του χωριού μαζί με αυτές του Πολυνερίου, Σαμαρίνας και Περιβολίου, επιχορηγούσαν 11 σχολεία του τμήματος Βλάχ με 200-4.000 γρόσια. Στην έκθεσή του ο Επιθεωρητής Δημοτικών Σχολείων Γρεβενών Γ. Σακελλάρης, με ημερομηνία 10-12-1941, γράφει: «Ως προς το διδακτήριον τούτο φέρεται ανηγερμένον μεταξύ των ετών 1830 και 1840. Το σημερινόν υφιστάμενον ανηγέρθη κατά το έτος 1912».

Το 1902 γνωρίζουμε ότι η Μητρόπολη Γρεβενών το επιδότησε με 5 λίρες. Το 1905 είχε 20 μαθητές. Κατά την τριετία 1917-1920 αναγέρθηκε πέτρινο διτάξιο σχολείο. Σταμάτησε στη διάρκεια του πολέμου και ξαναλειτούργησε το 1951 με 54 μαθητές. Λειτούργησε μέχρι το 1977.

από το αρχείο του Αχιλλέα Γεωργόπουλου

ΣΗΜΑΣΙΟΛΟΓΙΑ ΤΟΥ ΟΝΟΜΑΤΟΣ ( ΛΑΒΔΑ-ΑΣ) ΚΑΙ ΑΝΑΦΟΡΕΣ ΣΤΟ ΟΝΟΜΑ ΛΑΒΔΑΣ

Α. Λάβδα, (αρχ) Κορινθία, θυγατέρα του Βακχιάδη Αμφίωνος η οποία πήρε σύζυγο της έναν κοινό πολίτη το Ηετίωνα και όχι κάποιον από το αριστοκρατικό γένος των Βακχιαδών , όπως άρμοζε επειδή ήταν σωματικά ανάπηρη. Από τον Ηετίωνα απέκτησε τον Κύψελο τον μετέπειτα περιώνυμο τύραννο της Κορίνθου.

Β.Λαβδακίδες (αι) οι Μυθ. Λάβδακος

Λάβδακος: (μυθ) βασιλιάς των Θηβών γενάρχης των Λαβδακιδών, εγγονός του Κάδμου. Ως γονείς του αναφέρονται ο Πολύδωρας και η Νυκτηρίς κόρη του Νυκτέως από την γενιά των (Σπαρτών) .Παιδί ακόμα έχασε τον πατέρα του και επιτροπεύτηκε αρχικά από τον Νυκτέα και στη συνέχεια από τον αδελφό του Λύκο.

Παιδί του ήταν ο Λάιος .Αναφέρεται ότι πολέμησε χωρίς επιτυχία τον βασιλιά της Αθήνας Πανδίονα για κάποια συνοριακή διαφορά.

Ο Απολλόδωρος υπαινίσσεται ότι τον σκότωσαν οι Βάκχες επειδή αντιτάχθηκε στην οργιαστική λατρεία του Διονύσου.Αν υποτεθεί ότι το όνομα του σχηματίζεται από το (Λάβδα) του Φοινικικού αλφαβήτου- ίσως το όνομα σημαίνει το Κουτσό , σημασία που υποβάλλει το σχήμα του Αρχαϊκού γράμματος (Λ) – συνάγεται ότι ο Λάβδακος είναι μορφή που εισάγεται στον Ελληνικό Μυθολογικό κύκλο την εποχή εισαγωγής του ( αλφαβήτου) και αποτελεί γέφυρα ανάμεσα στον γενάρχη των Θηβαίων Κάδμο και τον απόγονο του Οιδίποδα.

Λεξικό της Ελληνικής και Ρωμαϊκής μυθολογίας( PIERRE ERIMAL UNIVERSITY STUDIO PRESS)

από το αρχείο του Δημήτρη Ζιώγα